безродный - translation to πορτογαλικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

безродный - translation to πορτογαλικά

СТРАНИЦА ЗНАЧЕНИЙ

безродный      
sem família ; sem pátria, sem terra
crianças sem família      
безродные дети
crianças sem família      
безродные дети

Ορισμός

безродный
1. м.
1) разг. Тот, кто не имеет родных.
2) устар. Тот, кто имеет низкое происхождение, неродовит.
2. прил.
1) Не имеющий родных.
2) устар. Имеющий низкое происхождение; неродовитый.

Βικιπαίδεια

Безродный

Безро́дный — фамилия; имеет женскую форму Безродная.

Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για безродный
1. Интересно, а вы знаете, где сейчас выступает Артем Безродный?
2. Но появились друзья, в которых Безродный не разглядел прихлебателей.
3. Солисты - пианист Сергей Безродный и виолончелист Денис Шаповалов.
4. - В вашем "Байере" когда-то пробовал силы Артем Безродный.
5. Безродный потом еще "Байеру" в Лиге чемпионов забил.